Εργοτάξιο η Θεσσαλονίκη μετά από δεκαετίες αδράνειας

Εργοτάξιο η Θεσσαλονίκη μετά από δεκαετίες αδράνειας

 

1) Ποια είναι τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι Δήμοι της Κεντρικής Μακεδονίας;

Τα βασικά θεσμικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι δήμοι στην Κεντρική Μακεδονία δεν διαφέρουν από εκείνα που αντιμετωπίζουν οι υπόλοιποι δήμοι της χώρας.

Το γεγονός ότι δεν υπάρχουν ξεκάθαρες αρμοδιότητες δημιουργεί σύγχυση στη διοίκηση και στους πολίτες. Σε πολλές περιπτώσεις η σύγκρουση, η αλληλοεπικάλυψη αρμοδιοτήτων οδηγεί σε σύγχυση και αδράνεια με αποτέλεσμα προβλήματα να μην επιλύονται.

Ένα κλασικό παράδειγμα είναι οι δρόμοι οι οποίοι μπορεί να βρίσκονται στην επικράτεια ενός δήμου, αλλά να ανήκουν στην αρμοδιότητα της περιφέρειας! Άλλο παράδειγμα τα σχολεία, όπου οι δήμοι έχουν την ευθύνη για τη συντήρηση και λειτουργία τους, όμως τα σχετικά κονδύλια τα δίνει η Πολιτεία.

Είναι ένα λάθος που έγινε το 2010 με το νόμο του Καλλικράτη, έχει επισημανθεί πάρα πολλές φορές από εμάς τους ανθρώπους που καθημερινά ζούμε στην πράξη το θεσμό και την ουσία της αυτοδιοίκησης. Δυστυχώς δεν έχει διορθωθεί ακόμη.

Το υπό συζήτηση νέο θεσμικό πλαίσιο για την Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι μεγάλη ευκαιρία να δοθεί λύση. Έχουμε πλέον όλοι την εμπειρία για να προχωρήσουμε μπροστά, προς όφελος των τοπικών κοινωνιών.

Ένα άλλο βασικό πρόβλημα, δομικού χαρακτήρα, είναι τα οικονομικά των δήμων. Από τη μία το κράτος πρέπει να δώσει εδώ και τώρα στους δήμους τους θεσμοθετημένους πόρους που αναλογούν βάση των εθνικών δημοσιονομικών στοιχείων και από την άλλη να εφαρμόσει όσα ορίζοντα στο Σύνταγμα, δηλαδή να διασφαλίσει την οικονομική αυτοτέλεια των δήμων. Είναι ζήτημα βιωσιμότητας των ΟΤΑ αλλά και αποτελεσματικής εξυπηρέτησης των πολιτών.

Πέρα από τις τρέχουσες οφειλές του κράτους προς την τοπική αυτοδιοίκηση, που θα πρέπει άμεσα να ρυθμιστούν, η οικονομική αυτοτέλεια των δήμων αποτελεί πάγια διεκδίκησή μας. Χρειάζεται ένα νέο συμβόλαιο της τοπικής αυτοδιοίκησης με την κοινωνία, αλλά πώς θα γίνει αυτό όταν οι δήμοι βρίσκονται σε οικονομική ομηρία από το κράτος;

Η οικονομική αυτοτέλεια των δήμων προβλέπεται από το Σύνταγμα. Δεν είναι τυχαίο ότι το έχει προβλέψει ο συνταγματικός νομοθέτης. Γιατί είναι ανάγκη βγαλμένη μέσα από την καθημερινότητα της κοινωνίας. Εάν συμβεί, θα είναι μία θετική εξέλιξη, ένα τεράστιο βήμα προς μία δημοκρατική, λειτουργική, μεταρρυθμιστική, σύγχρονη, ευρωπαϊκή αυτοδιοίκηση.

Είναι και το θέμα της έλλειψης προσωπικού. Οι δήμοι είναι υποστελεχωμένοι εδώ και πολλά χρόνια. Είναι κάτι που το επισημαίνουμε διαρκώς. Τώρα που βγήκαμε από τα μνημόνια και είμαστε σε μία πορεία ανάπτυξης θα πρέπει να κάνουμε διορθωτικές κινήσεις ως προς επαρκή στελέχωση των δήμων ώστε να μπορούν να λειτουργούν σωστά. Εξάλλου όσο η πολιτεία εκχωρεί στους δήμους αρμοδιότητες και δομές, τόσο θα πρέπει να την ενισχύει με τους απαραίτητους οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους. Θα πει κάποιος: «μόνο οι δήμοι είναι υποστελεχωμένοι;». Όχι, όμως θα πρέπει να σκεφτούμε τη βαρύτητα της τοπικής αυτοδιοίκησης στην καθημερινότητα των πολιτών και στη σχέση πολιτών – πολιτείας. Είναι εκ φύσεως θεμελιώδης η θέση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στη διοικητική πυραμίδα του Κράτους. Γι’ αυτό δεν πρέπει να ‘ναι οι δήμοι παραπαίδια αλλά βραχίονες προόδου και ανάπτυξης της πατρίδας μας.

Στα συλλογικά μας όργανα έχουμε κάνει σπουδαία δουλειά και είμαστε σε συνεχή επαφή με το αρμόδιο Υπουργείο Εσωτερικών, ώστε να προχωρήσει θαρραλέα στη θεσμοθέτηση του νέου πλαισίου για την αυτοδιοίκηση. Πιστεύουμε και στηρίζουμε τη μεταρρύθμιση που “τρέχει”, με τον υπό ψήφιση Κώδικα, το Υπουργείο των Εσωτερικών και ο Υπουργός μας ο Θόδωρος ο Λιβάνιος καθώς μέσα από τον διάλογο όλα αυτά τα χρόνια αντιλαμβανόμαστε την πρόθεση του Υπουργείου για ουσιαστική μεταρρύθμιση στην Αυτοδιοίκηση της πατρίδας μας κάτι που το στηρίζουμε.

 

2) Παρατηρείτε με την πάροδο των ετών πως η οικονομική κατάσταση των Δήμων βελτιώνεται ή οδεύει προς το χειρότερο;

Τα οικονομικά των δήμων χειροτερεύουν από το 2010 μέχρι σήμερα, είναι μια πραγματικότητα. Αυτό όμως δεν είναι κάτι… μεταφυσικό ούτε οφείλεται σε εσφαλμένη διαχείριση.

Η «εκτροπή» των δημοτικών ταμείων προέκυψε από την υπέρμετρη επιβάρυνση με οικονομικά βάρη απρόβλεπτα και μη προϋπολογισθέντα, προκειμένου να υλοποιηθούν κεντρικές πολιτικές:         αύξηση μισθών δημοτικών υπαλλήλων, επιβολή του τέλους ταφής απορριμμάτων (που ευτυχώς διορθώθηκε), αύξηση του τιμολογίου των ΦΟΔΣΑ, συγχώνευση νομικών προσώπων κοινωφελών επιχειρήσεων και σχολικών επιτροπών και μετακίνηση των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων τους στους οικείους δήμους, συνεχιζόμενη αύξηση ενεργειακού κόστους, κόστος διαχείρισης της καύσιμης ύλης από το μαζικό αντιπυρικό καθαρισμό των ιδιωτικών οικοπέδων, την χρόνια υποχρηματοδότηση για τη συντήρηση και τη λειτουργία των σχολικών μονάδων που πλέον είναι σε επίπεδα 40% του πραγματικού κόστους κ.ά. Όλα αυτά προκάλεσαν μια επιβάρυνση της τάξης των 7,5 εκατ. ευρώ για τον δικό μας δήμο μόνο για το έτος 2024 και αναλογικά για κάθε Δήμο της χώρας.

Από την άλλη, οι δήμοι βάλαμε πλάτη σε πολλές περιπτώσεις, με υπερπροσπάθεια των ανθρώπων και βγάζοντας -αυτό που λέει ο λαός- από τη “μύγα ξύγκι” στα οικονομικά, όπως στην περίπτωση του προγράμματος Βοήθεια στο Σπίτι ή στην Καθαριότητα. Αποδείξαμε στην πράξη ότι η Πολιτεία μπορεί πλέον να εμπιστευτεί την Τοπική Αυτοδιοίκηση, δεν χωράει πλέον καμία αμφιβολία για αυτό.

Αν θέλουμε πραγματική ανάπτυξη, αν θέλουμε τα θετικά αποτελέσματα να έχουν διάρκεια, θα πρέπει να ενισχυθούν όλοι οι βραχίονες της μηχανής. Οι δήμοι χρειάζονται το απαραίτητο προσωπικό και τα επιπλέον θεσμικά και οικονομικά εργαλεία για να έχουν ισχυρό ρόλο στη διαχείριση σημαντικών ζητημάτων όπως κλιματική κρίση, ενεργειακή αυτάρκεια, ασφάλεια, φτωχοποίηση πληθυσμού, κοινωνικό πρόσωπο κ.ά.

 

3) Αρχίζει να ξεπερνά η Θεσσαλονίκη την υστέρηση έργων και αναπτυξιακών πρωτοβουλιών, σε σχέση με το παρελθόν;

Είναι γεγονός ότι βρισκόμαστε σε μία πρωτόγνωρη φάση για τη Θεσσαλονίκη μετά από δεκαετίες αδράνειας. Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης μας δείχνει ξεκάθαρα στα χρόνια της διακυβέρνησής του ότι έχει βάλει στόχο να ολοκληρώσει έργα τα οποία έμεναν επί πολλά χρόνια σε εκκρεμότητα. Η ολοκλήρωση της βασικής γραμμής του μετρό ήταν ένα στοίχημα που κερδήθηκε και ένα τέτοιο παράδειγμα.

Ο τρόπος με τον οποίο εξελίσσεται το έργο του flyover είναι ένα ακόμη παράδειγμα. Οι Θεσσαλονικείς βλέπουμε καθημερινά να δουλεύουν εκατοντάδες εργάτες και δεκάδες μηχανήματα, βλέπουμε το έργο να προχωρά και ελπίζουμε ότι θα ολοκληρωθεί στην ώρα του.

Μετά από 20 χρόνια πού το συζητάμε χωρίς αποτέλεσμα, πριν από λίγους μήνες 17 σχολεία σε δήμους της Κεντρικής Μακεδονίας έχουν ενταχθεί στο πρόγραμμα ΣΔΙΤ. Τρία από αυτά θα ανεγερθούν στο δήμο μας: ένα γυμνάσιο και ένα λύκειο στην Πυλαία και ένα δημοτικό στο Πανόραμα.

Ακόμα και η μαρίνα σκαφών της Πυλαίας, ένα έργο υπερτοπικής σημασίας, για την οποία το ΦΕΚ για τη χωροθέτηση είχε εκδοθεί το 2012, ξεκόλλησε μόλις πριν από λίγους μήνες χάρη στη συνεργασία μας με τη υπουργό Τουρισμού Όλγα Κεφαλογιάννη.

Ένα ακόμη έργο υπερτοπικής σημασίας, το Παιδιατρικό Νοσοκομείο στο Φίλυρο αναμένεται να παραδοθεί σε 1,5 χρόνο. Ένα έργο με το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος να δίνει τα χρήματα, τον τόνο, το ρυθμό και την ταχύτητα του έργου. Και μαζί με αυτό «τρέχουμε» και το μεγάλο έργο των 8 εκατ. ευρώ για την υδροδότηση του Φιλύρου και του νοσοκομείου, το οποίο αναμένεται να είναι έτοιμο πριν την έναρξη λειτουργίας του Παιδιατρικού, αλλά και τον νέο σύγχρονο αυτοκινητόδρομο.

Και βέβαια δεν είναι μόνο αυτά. Οι αστικές συγκοινωνίες εκσυγχρονίζονται και βελτιώνονται, η επέκταση του μετρό προς την δυτική πλευρά προχωράει και παράλληλα προετοιμάζεται η επέκταση προς τα ανατολικά.

Κοντά σε όλα αυτά, σημαντικές δίχως άλλο και οι παρεμβάσεις σε έργα της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, του Δήμου της Θεσσαλονίκης που προωθεί σημαντικά έργα μέσα από το τεχνικό του πρόγραμμα, αλλά και όλων των δήμων του Νομού που τρέχουμε έργα για τις τοπικές μας κοινωνίες.

Και επειδή δεν μου αρέσουν οι θριαμβολογίες αλλά το αποτέλεσμα, θα σας πω ότι το αποτέλεσμα δικαιώνει την προσπάθεια.

Οι κάτοικοι αυτής της πόλης έχουμε ταλαιπωρηθεί πολύ από υποσχέσεις χωρίς αντίκρισμα, είναι δικαιολογημένο να υπάρχει καχυποψία, η οποία θα αρθεί όταν θα βλέπουμε ότι τηρούνται τα χρονοδιαγράμματα.

Εάν συνεχιστεί αυτός ο ρυθμός, το 2028 με 2030 θα έχουμε έναν άλλο χάρτη της  μεγάλης μας πόλης, της Θεσσαλονίκης. Με νέα δεδομένα και με νέες δυνατότητες.

admin

Related articles

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *